VOCABULARY. Abide, ἐμμένω. Abominate, ἀποπτύω. About (to Sc.), μέλλων. Abuse, λοιδορέω. Accomplish, ἀνύτω, κατανύτω. Accuse, κατηγορέω. Add, προστίθημι. Address (υδ.), προσεννέπω. Advance, προβαίνω, προβιβά ζομαι. Afar, τηλοῦ. Afterwards, ἔπειτα. Age, αἰών. Agree, ὁμορροθέω. λεια, ὑπηρέτημα. Answer, ἀνταμείβομαι. Appear, φαίνομαι, φαντά Appearance, εἶδος, σχῆμα. (noun), ἀγκάλη, ὠλένη. Armed (an a. man),αἰχμητής. Army, στρατός. Arouse, ἐγείρω, ἐξεγείρω. Aid (noun), ὠφέλεια, επωφέ- Arrange, κοσμέω. Aid (ub.), ἀρήγω. Air, ἀήρ. All-consuming, πάμφαγος. All-destructive, πανώλεθρος. Aloof, ἐκτός. Already, ἤδη. Altar, βωμός. Amiss (to hear a.), παρακούω. Anger, χόλος. Angrily, ἐγκότως, Annoyance, ἀνία. Art, τέχνη. Ashes, σποδός. Ask, ἐρωτάω. Assembly, πανήγυρις. Away from, ἀπό, ἔκτοπος, Battle, μάχη (and see Index Be, εἰμί, γίγνομαι, πέλω. Beast, θήρ, θηρίον. Bed, λέχος, λέκτρον, εὐνή. Beget, φύω. Belied (to be), ψεύδομαι. Bellow, στένω. Belong, προσήκω. Bend, κάμπτω. Brightness, σέλας. Brilliancy, λαμπρότης. Benefit (vb.), εὐεργετέω, ὠφε- Brighten, λαμπρύνω. λέω. – (noun), ὠφέλημα. Bereft, τητώμενος. Betray, προδίδωμι. Betrayed, λωβητός. Beyond, παρά, πέρα (gen.). Bid, κελεύω, στέλλω. Billow, κλύδων, κλυδώνιον. Bind, δέω, συνδέω. Birth, γένεσις. Bitter, πικρός. Black, μέλας; (b.-skinned) μελάγχρως. Blacken, μελαίνω. Blame, ψόγος, αἰτία. Brilliant, λαμπρός, φωσφό Blast (noun), ριπή. κασίγνητος, σύγγονος. Brow, ὄφρυς. Burden, φόρτος, βάρος. Burn, φλέγω, ὑπαίθω; (b. to cinders) Charge (noun), αἰτία. μεταλλάσσω, μεταβάλλω, Character, χαρακτήρ. Charm, θελκτήριον. Chief, ἄρειος, πρόμος. Citizen, ἄστος. Cleansing (noun), καθαρμός. Clever, σοφός. Clip, κολούω. Cloak, φάρος, χλαῖνα. Collect, συνάγω, ἐξαθροίζω. c.) ἥκω ; (c. upon) ἐπέρ Conspirator, συνωμότης. Counterfeit, κίβδηλος. Countless, ἀνήριθμος, μυρίος. Crest, λόφος. βοάω; (aloud) ἐπολολύζω. Cunning, αἵμυλος, η ανοῦργος Cup, δέπας. Curse, ἀρά. Desire, εὔχομαι. Destined, πεπρωμένος. Custom, νόμος; (it is custom- | Destiny, μόρος. ary) νομίζεται. (subs.), θράσος. γής, ἄμαυρος. Destroy, φθείρω, ἀποφθείρω, ἐξαποφθείρω, ὄλλυμι, ἐξαϊστ Dirty, δυσπινής. Dark (adj.), σκοτεινός, ἀφεγ- Disbelieve, απιστέω. (subs.), σκότος. Dart (vb.), ἐνσκήπτω. Dawn, ὄρθρον, ἕως φωσφόρος. Day, ἦμαρ, ἡμέρα; (daily) κατ ̓ ἦμαρ, καθ' ἡμέραν. Dead (the), οἱ θανόντες, οἱ κεκμηκότες. Deadly, θανάσιμος. Debt, χρέος. Decay (b.), φθίνω, ἀμαυρό ομαι. Decreed (it is d.), δέδοκται. Deign, ἀξιόω, τολμάω. Delicate, ἁβρός. Demigod, θεοῖς ὁμοῖος ἀνήρ. |